Οι «Σουμπερίτες» και οι «Πουλικοί» ήταν δύο ένοπλα τάγματα με λιγοστούς αλλά αδίστακτους Έλληνες εθελοντές, που πρόδωσαν την πατρίδα και υπηρέτησαν στον γερμανικό στρατό κατά τη διάρκεια της Κατοχής.
Σύμφωνα με τη Μηχανή του Χρόνου, έπαιρναν εντολές από τη Βέρμαχτ, φορούσαν γερμανικές στολές και διακρίθηκαν για τη βιαιότητα και τη σαδιστική συμπεριφορά τους σε βάρος αμάχων συμπατριωτών τους. Πήραν το όνομά τους από τους επικεφαλής τους,τον Γερμανό επιλοχία Φριτς Σούμπερτ και τον απότακτο Έλληνα συνταγματάρχη Γεώργιο Πούλο.
Ο Σούμπερτ στην Κρήτη
Σύμφωνα με έρευνα του ιστορικού Θανάση Φωτίου, που δημοσιεύτηκε με τίτλο «Η ναζιστική τρομοκρατία στην Ελλάδα», ο Σούμπερτ γεννήθηκε το 1897 στο Ντόρτμουντ. Πολέμησε με τη Βέρμαχτ στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και βρέθηκε στη Σμύρνη ως μέλος της γερμανικής αποστολής που αναδιοργάνωσε τμήματα του οθωμανικού στρατού τα οποία πολέμησαν εναντίον της Αντάντ (αγγλογαλλική συνεργασία). Στη συνέχεια όπως πολλοί βετεράνοι του πολέμου ο Σούμπερτ έγινε μέλος του ναζιστικού κόμματος του Χίτλερ το 1934.
Η ιστορική αναζήτηση εντοπίζει τα ίχνη του στη Κρήτη το 1941. Είναι δεκανέας και τον φωνάζουν «ο Τούρκος», επειδή μιλά την τουρκική γλώσσα με ηλικιωμένους Μικρασιάτες και έχει ανατολίτικα χαρακτηριστικά. Ο Σούμπερτ από ασήμαντος υπαξιωματικός, εξελίχθηκε σε έναν πανίσχυρο διοικητή «Σώματος Κυνηγών» περίπου 150 ανδρών. Στρατολόγησε Έλληνες με μειωμένη εθνική συνείδηση, αλλά και ποινικούς κρατούμενους.
Στόχος τους ήταν να πολεμήσουν τους αντιστασιακούς και το κίνητρο της προδοσίας ήταν τα χρήματα, η αίσθηση εξουσίας και όσον αφορά τους εγκληματίες που ήταν στη φυλακή έτσι κέρδισαν την αποφυλάκισή τους. Αυτοί οι λίγοι φόρεσαν τη γερμανική στολή και έκαναν φρικτά εγκλήματα κατά των συμπατριωτών τους. Ήταν μια τακτική που ακολουθούσαν οι Γερμανοί σε όλη την Ευρώπη. Στην Ελλάδα ελάχιστοι δέχθηκαν να φορέσουν τη γερμανική στολή.
Οι «Σουμπερίτες» έδρασαν αρχικά στην Κρήτη, με πυρήνα την οικογένεια των Τζουλιάδων από το χωριό Κρουσώνας Ηρακλείου. Τα μέλη της οικογένειας εξοπλίστηκαν από τους Γερμανούς και στράφηκαν κατά των συμπατριωτών τους. Η σύγκρουση ήταν βίαιη γιατί ο Κρουσώνας είχε παλικάρια που πολέμησαν τον εισβολέα και οργάνωσαν αμέσως αντιστασιακές ομάδες.
Οι «Σουμπερίτες»,έκαναν επιδρομές στα χωριά και βασάνιζαν ή δολοφονούσαν πατριώτες κάθε ηλικίας. Μέχρι τις αρχές του 1944 η καταδιωκτική ομάδα του Σούμπερτ, με έδρα το χωριό Αυγενική, εκτέλεσε σε διάφορα χωριά της Κρήτης περισσότερους από 200 αμάχους. Στην Κρήτη ο χαρακτηρισμός «Σουμπερίτης» αποτελεί ακόμη βαριά βρισιά· δηλώνει τον υπάνθρωπο, το απόβρασμα, τον χυδαίο προδότη. Κι αυτό γιατί τα μέλη της ομάδας χρησιμοποίησαν κάθε είδος βασανιστηρίου. Έβγαζαν τα νύχια ή τα μάτια των χωρικών για να τους αναγκάσουν να προδώσουν τους αντάρτες ή χάραζαν το σώμα τους με συρμάτινες βούρτσες και μετά άλειφαν τις αιμορραγούσες πληγές με αλάτι.
Αυτό έκαναν στον Κώστα Μπαντουβά, αδελφό του αρχηγού της αντίστασης στην Κρήτη, για να αποκαλύψει πού είχε κρύψει ένα μεγάλο φορτίο με όπλα και πυρομαχικά στο Μετόχι Βορού Μονοφατσίου. Εκείνος όμως δεν αποκάλυψε το παραμικρό. Αφού του έσπασαν και τα κόκαλα στα άκρα, τον έθαψαν ενώ ήταν ακόμη ζωντανός. Ήταν ένας μαρτυρικός θάνατος που συγκλόνισε τους συναγωνιστές του.
«Κρεματόρια» στην Ελλάδα
Οι «Σουμπερίτες» στην Κρήτη ήταν από τους πρώτους που έκαιγαν τα θύματά τους. Η αρχή έγινε στις 6 Οκτωβρίου 1943, στο χωριό Καλή Συκιά Ρεθύμνου. Τα αποκαλούμενα «ελληνικά SS», αφού πρώτα λεηλάτησαν τα σπίτια, τους έβαλαν φωτιά και φώναξαν τις γυναίκες που έμεναν σε αυτά να τη σβήσουν. Όταν εκείνες έπιασαν τους κουβάδες, τις πέταξαν μέσα και τις έκαψαν ζωντανές. Η 28χρονη Ευαγγελία Γρυντάκη ήταν μία από τις 12 γυναίκες που κάηκαν ζωντανές. Πρώτα της πήραν από την αγκαλιά τον γιο της, που ήταν μόλις είκοσι μηνών, και τον πέταξαν στο χώμα. Έτσι το μωρό γλίτωσε, αλλά η μάνα, που ήταν 8 μηνών έγκυος, κάηκε ζωντανή.
Το ολοκαύτωμα του Χορτιάτη
Αυτό που οι «Σουμπερίτες» έκαναν πειραματικά στο Ρέθυμνο, το «τελειοποίησαν» τον Σεπτέμβριο του ’44 στον Χορτιάτη Θεσσαλονίκης. Ο διεστραμμένος Σούμπερτ εγκατέλειψε κακήν κακώς την Κρήτη, μετά από μια αποτυχημένη επιχείρηση στα Μεσκλά, όπου οι αντάρτες αποδεκάτισαν το περίφημο «Σώμα Κυνηγών». Ο γερμανός στρατηγός Μπρόγερ τον μετέθεσε, γιατί είχε πλήξει το κύρος της Βέρμαχτ. Ο Σούμπερτ βρήκε καταφύγιο αρχικά στα Γιαννιτσά και μετά στο Ασβεστοχώρι Θεσσαλονίκης, όπου έστησε το νέο του στρατηγείο. Με τα υπολείμματα της παλιάς ομάδας και νέους έλληνες εθελοντές από τη Μακεδονία, έκανε το μεγαλύτερο από τα εγκλήματά του.
Με πρόσχημα μια αντάρτικη επίθεση και τον θάνατο ενός γερμανού στρατιώτη, ο Σούμπερτ έστησε μια οργανωμένη επιχείρηση αντιποίνων στον Χορτιάτη. Με την αμέριστη συμπαράσταση των ελλήνων συνεργατών του, συγκέντρωσε τα γυναικόπαιδα και στη συνέχεια τα εγκλώβισε σε δύο κτίρια, στον φούρνο του Γκουραμάνη και στο σπίτι του Νταμπούδη. Εκεί άνοιξε πυρ, έβαλε φωτιά και έκαψε ζωντανούς 149 κατοίκους. Οι 128 ήταν γυναίκες και παιδιά.
Ο Σούμπερτ στο απόσπασμα, το πρωτοπαλίκαρο στο Άγιον Όρος
1945, δυτική Αυστρία. Ο Σούμπερτ, που μιλούσε άπταιστα ελληνικά, παρουσιάστηκε στους Αμερικανούς ως Έλληνας με το όνομα Κωνσταντινίδης. Ίσως γι’ αυτό πολλοί αργότερα θεωρούσαν εσφαλμένα ότι ήταν ελληνικής καταγωγής. Τον Σεπτέμβριο του 1945 επέστρεψε στην Ελλάδα μαζί με άλλους έλληνες ομήρους. Η αληθινή του ταυτότητα αποκαλύφθηκε τυχαία από έναν χωρικό, που στο πρόσωπό του αναγνώρισε τον εξολοθρευτή του χωριού του. Η δίκη του έγινε το καλοκαίρι του 1947. Καταδικάστηκε και εκτελέστηκε στις 22 Οκτωβρίου. Ο Σούμπερτ μέχρι την τελευταία στιγμή υποστήριζε ότι δεν ήταν το πρόσωπο που αναζητούσαν.
Την ημέρα της εκτέλεσης ένας πρώην αξιωματικός, ο Ε. Μάλαμας, πλησίασε το απόσπασμα και ζήτησε να πυροβολήσει εκείνος τον Σούμπερτ. Ο αξιωματικός αρνήθηκε. Μετά την εκτέλεση ο Μάλαμας ζήτησε επίμονα να του επιτραπεί να ρίξει τουλάχιστον τη χαριστική βολή. Ούτε αυτό του επιτράπηκε· ήταν πατέρας ενός παιδιού που ο Σούμπερτ είχε εκτελέσει μαζί με άλλους 15 νέους στο Ασβεστοχώρι. Τη χαριστική βολή έδωσε ο επικεφαλής αξιωματικός, ο όποιος όπως απαθανάτισε ο φωτογράφος Σωκράτης Ιορδανίδης, δεν δίστασε ούτε στιγμή να τραβήξει σκανδάλη.
Πηγή: Μηχανή του Χρόνου